English
You can use WPML or Polylang and their language switchers in this area.

Σύντομα κείμενα για το Ιωβηλαίο  – Αρ. 8 Σεπτέμβριος 2025

Η ΑΡΕΤΗ της ΕΛΠΙΔΑΣ

ΜΑΚΑΡΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΥΛΟΣ Α΄

Γενική ακρόαση 20ης Σεπτεμβρίου 1978

Η ελπίδα

Σύμφωνα με τις 7 «λυχνίες εξαγιασμού» κατά τον Πάπα Ιωάννη ΚΓ΄, δεύτερη είναι η ελ­πίδα. Αυτή η αρετή είναι υποχρεωτική για κάθε χριστιανό.

Ο Δάντης στον Πα­ρά­δει­σο της Θείας Κω­μω­δίας φαντάστηκε ότι πα­ρου­σιάζεται σε μια εξέταση για το χρισ­τια­νισμό. Τον ρώτησε ο Απόστολος Πέτρος: «έχεις πίστη?», ύστερα ο Απόσ­­τολος Ιάκωβος: «έχεις ελπίδα?». Τέλος ο Απόστολος Ιωάννης ρώτησε: «έχεις αγάπη?». «Ναι», απαντά ο Δάντης, «έχω πίστη, ελπίδα, αγάπη», το απο­δεικ­νύει και προάγεται στην εξέταση. 

Όταν λέω ότι η ελπίδα είναι υποχρεωτική είναι διότι εκείνος που τη βιώνει τα­ξι­δεύει σε ένα κλίμα εμπιστοσύνης και εγκατά­λει­ψης, κατά τη ρήση του ψαλμωδού: «Κύριε, εσύ είσαι ο βράχος μου, η ασπίδα μου, η ισχύς μου, το καταφύγιό μου, το φως μου, ο ποι­μέ­νας μου, η σωτηρία μου».

Θα μου πείτε: μήπως είναι υπερβολικά εν­θου­σιώδης αυτός ο ψαλμωδός? Είναι δυ­να­τόν σ΄ αυτόν όλα να πηγαίνουν πάντα κατ’ ευχήν? Όχι. Και αυτός γνωρίζει, και το λέει, ότι οι κακοί συχνά είναι τυχεροί και οι καλοί κατα­πιέ­ζον­ται. Μερικές φορές παραπονιέται στον Κύριο: γιατί Κύριε κοι­μάσαι? Γιατί σιωπάς? Αφυπνίσου, άκουσέ με, Κύριε. Ωστόσο η ελπίδα του πα­ρέ­μεινε σταθερή, ακλόνητη. Σε όσους ελπίζουν μπορεί να εφαρμοστεί αυτό που είπε ο Απόστολος Παύλος για τον Αβραάμ: «πίστεψε ελπί­ζον­τας ενάντια σε κάθε ελ­πί­δα» (Ρωμ 4, 18). Θα αναρωτηθείτε πως μπορεί να γίνει αυτό. Γίνεται εφόσον προσ­κολλούμαστε σε τρεις αλήθειες: την παντοδυναμία του Θεού, την άμετρη αγάπη του Θεού για μένα, την πιστότητα του Θεού στις υποσχέσεις του. Αυτός, ο Θεός της ευσπλαχνίας, ανάβει σ’ εμένα την εμ­πισ­τοσύνη. Επομένως δεν αισ­θά­νο­μαι μόνος, άχρηστος, εγκαταλε­λειμ­μέ­νος αλλά εμπ­λε­κόμενος σε ένα σχέδιο σω­τη­ρίας που θα καταλήξει στον Παράδεισο.    

Η ίδια βέβαιη εμπιστοσύνη πάλλεται στους Ψαλμούς. Θα ήθελα να διαβάσετε μια ομι­λία του ιερού Αυγουστίνου την ημέρα του Πάσχα για το Αλληλούια. Λέει ότι το αληθινό Αλληλούια θα το ψάλλουμε στον Παρά­δει­σο. Εκείνο θα είναι το Αλλη­λούια της πλή­ρους αγάπης: αυτό του τώρα, είναι το Αλληλούια της πεινασμένης αγάπης, δηλ. της ελπίδας. 

Κάποιος θα μου πει: αν όμως είμαι αμαρ­τω­λός? Του απαντώ όπως απάντησα σε μια άγ­νωστη κυρία που πριν αρκετά χρόνια εξομο­λογήθηκε σ’ εμένα. Ήταν αποθαρ­ρυ­μέ­νη γιατί, έλεγε, είχε μια ηθικά φουρ­του­νιασ­μέ­νη ζωή. Της είπα: μπορώ να σας ρω­τήσω πόσο χρονών είστε ? Τριανταπέντε. Μα μπο­ρείτε να ζήσετε άλλα σαράντα ή πε­νήντα χρόνια και να κάνετε τόσο καλό. Αυτό βοη­θάει να κοιτάξει στο μέλλον και, με τη χάρη του Θεού, να ανανεώσει τη ζωή της. Της ανέ­φερα τα λόγια του Αγίου Φραγκίσκου de Sales που μιλούσε για τις «αγαπημένες μας ατέλειες»: ο Θεός απεχθάνεται τις ανεπάρ­κειες διότι είναι ανεπάρκειες. Από την άλλη, όμως, κατά κάποιο τρόπο, αγαπά τις ανε­πάρ­­κειες εφόσον του δίνουν τη δυνατότητα να δείξει την ευσπλαχνία του και σ’ εμάς να παραμείνουμε ταπεινοί, να κατανοήσουμε και να συμπάσχουμε με τις ανεπάρκειες του πλησίον. 

Δεν συμμερίζονται όλοι αυτή μου τη συμ­πά­θεια για την ελπίδα. Π.χ. ο Νίτσε την απο­καλεί «αρετή των αδυνάμων»· καθιστά το χριστιανό περιττό, υποταγ­μέ­νο, ξένο στην πρόοδο του κόσμου. Άλλοι μιλούν για «αλ­λοτρίωση», για απόσ­παση των χρισ­τια­νών από τον αγώνα για την προαγωγή του ανθ­ρώπου. Όμως, όπως δι­δάσκει η Β΄ Βα­τι­κα­νή Σύνοδος, «το χριστιανικό μήνυμα, χωρίς να αποσπά τους ανθ­ρώπους από το κα­θή­κον να οικοδομήσουν τον κόσμο ή να τους ωθήσει να αδια­φορήσουν για το καλό των όμοιων τους, τους κάνει μάλλον να δεσ­μευ­τούν σε όλα αυτά με τρόπο πιο επι­τακτικό» (GS 34).

Ανά τους αιώνες προβλήθηκαν τάσεις και διατυπώσεις από χριστιανούς υπερ­βο­λι­κά απαισιόδοξους για τον άνθρωπο. Αυτές όμως δεν τις ενέκρινε η Εκ­κλησία και λησμο­νή­θηκαν χάρη στο νέφος χαρούμενων και δραστήριων αγίων, χάρη στο χριστιανικό ουμανισμό, χάρη στους ασκητικούς δι­δασ­κά­λους, τους οποίους ο άγιος Beuve ονό­μα­ζε «τους γλυκούς», και χάρη σε μια πε­ριεκτική θεολογία. Π.χ. ο άγιος Θωμάς ο Ακι­νά­της θέτει ανάμεσα στις αρε­τές την iucunditas δηλ. την ικα­νότητα μεταστροφής των όσων ακού­γονται και βλέπονται – σε ενδεδειγμένο βαθμό και τρόπο – σε ένα γλυκύ­τα­το μειδίαμα.  

Γλυκύτατος μ’ αυτή την έννοια – εξηγούσα στους μαθητές μου – ήταν εκείνος ο Ιρ­λαν­δός οικοδόμος που έπεσε από τη σκαλωσιά και έσπασε το πόδι του. Τον πή­γαν στο νο­σο­κομείο. Η νοσοκόμα και ο γιατρός τον λυ­πή­θηκαν, αυτός όμως τους είπε: «δεν πόνεσα πέφτοντας αλλά φθάνοντας στο έδαφος». Όταν ο άγιος Θωμάς ο Ακινά­της δηλώνει ότι είναι αρετή ο αστεϊσμός και το χαμό­γελο, βρίσ­κεται σε αρμονία με το «χαρ­μόσυνο άγ­γελμα» που κήρυττε ο Χριστός, με την hilaritas (ιλα­ρότητα) που συνισ­τού­σε ο ιερός Αυγουστίνος. Είναι η νίκη του πεσιμισμού, η έν­δυση της χριστια­νι­κής ζωής με χαρά, η πρόσ­κληση να πάρουμε κουράγιο από τις υγιείς και αγνές χαρές που συναντάμε.

Όταν ήμουν παιδί, διάβασα κάτι για τον Ανδρέα Carnegie, ο οποίος πήγε με τους γο­νείς του στην Αμερική από τη Σκωτία και έγινε ένας από τους πλου­σιό­τερους ανθ­ρώ­πους του κόσμου. Με εντυπωσίασε ότι επα­νερχόταν στις αυ­θεντικές και γνή­σιες χαρές της ζωής του. Έλεγε «γεννήθηκα στη φτώχεια δε θα άλλαζα όμως τις αναμ­νή­σεις της παι­δι­κής μου ηλικίας με εκείνες των παι­διών των εκατομ­μυ­ρι­ούχων. Τι ξέρουν αυτά από οικο­γενειακές χαρές, τη μητ­ρική γλυκύτητα που τα κάνει όλα στο σπιτικό?».

Νεαρός εργάσ­τηκε σε κλωσ­τή­ριο στο Πίτσμ­πουργκ με μόλις 56 λίρες μισθό το μήνα. Ένα βράδυ, αντί να του δώσει αμέσως το μισθό ο τα­μίας, του είπε να περι­μέ­νει. Ο Carnegie σκέφ­τηκε ότι θα τον απέλυαν, όμως όταν πληρώθηκαν και έφυγαν οι άλλοι, ο τα­μίας του είπε: «Αντρέα, παρα­κο­λού­θη­σα με προ­σοχή τη δουλειά σου και κα­τέ­ληξα ότι αξίζει περισ­σότερο από εκείνη των άλλων. Ο μισ­θός σου γίνεται 67 λίρες». Στο σπίτι η μητέρα του έκλαψε από ικανοποίηση για την πρόο­δο του γιου της. Έλεγε μετά από χρόνια ο Carnegie: «όλα μου τα εκατομμύρια μαζί δεν μου προξένησαν ποτέ τη χαρά εκείνων των 11 λιρών αύξηση». Βέβαια τέτοιες χαρές δεν πρέπει να γίνονται απόλυ­τες· είναι κάτι, δεν είναι το παν. Χρειάζονται ως μέσο, δεν είναι ο σκοπός, δεν κρατούν για πάντα αλλά για λίγο. Έλεγε ο Απόστολος Παύλος: «όσοι ασ­χολούνται με τον κόσ­μο ας είναι σαν να μην ασχολούνταν. Επειδή η μορφή αυτού του κόσ­μου περνά» (Α΄ Κορ 7, 31). Ο Ιησούς μας νουθετεί: «ζητάτε πρώτα τη βασιλεία του Θεού» (Μτ 6, 33).